Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐρίθαλλος
ἐριθεία
ἐριθεύομαι
ἐριθευτός
ἐρίθεχνα
ἐριθηλής
ἔριθος
ἐρίθυμος
ἐρικλάγκτας
ἐρικλάγκτης
ἐρίκλαυστος
ἐρίκλαυτος
ἐρικλυτός
ἐρικός
ἐρικτέανος
ἐρίκτυπος
ἐρικυδής
ἐρικύμων
ἐριλαμπής
ἐρίμυκος
ἐρινάζω
View word page
ἐρίκλαυστος
much-weeping
ShortDef
much-weeping
Debugging
Headword:
ἐρίκλαυστος
Headword (normalized):
ἐρίκλαυστος
Headword (normalized/stripped):
ερικλαυστος
IDX:
35922
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35923
Key:
Data
{'content': 'much-weeping'}