Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐριβόας
Ἐρίβοια
ἐρίβομβος
ἐριβρεμέτης
ἐριβριθής
ἐρίβρομος
ἐρίβρυχος
ἐριβῶλαξ
ἐριγάστωρ
ἐριγδουπέω
ἐρίγδουπος
ἐριγηθής
ἐρίγηρυς
ἐρίγληνος
ἔριγμα
ἐριδαίνω
ἐριδάντης
ἐριδινής
ἐριδμαίνω
ἐρίδματος
ἐρίδωρος
View word page
ἐρίγδουπος
loud-thundering
ShortDef
loud-thundering
Debugging
Headword:
ἐρίγδουπος
Headword (normalized):
ἐρίγδουπος
Headword (normalized/stripped):
εριγδουπος
IDX:
35891
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35892
Key:
Data
{'content': 'loud-thundering'}