Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐρητύω
ἔρι
ἐριαύχην
ἐριαχθής
ἐριβόας
Ἐρίβοια
ἐρίβομβος
ἐριβρεμέτης
ἐριβριθής
ἐρίβρομος
ἐρίβρυχος
ἐριβῶλαξ
ἐριγάστωρ
ἐριγδουπέω
ἐρίγδουπος
ἐριγηθής
ἐρίγηρυς
ἐρίγληνος
ἔριγμα
ἐριδαίνω
ἐριδάντης
View word page
ἐρίβρυχος
loud-bellowing
ShortDef
loud-bellowing
Debugging
Headword:
ἐρίβρυχος
Headword (normalized):
ἐρίβρυχος
Headword (normalized/stripped):
εριβρυχος
IDX:
35887
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35888
Key:
Data
{'content': 'loud-bellowing'}