Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐρημοβόας
ἐρημοκόμης
ἐρημολάλος
ἐρημόνομος
ἐρημονόμος
ἐρημοπλάνος
ἐρημοποιός
ἐρημοπολέω
ἐρημόπολις
ἐρῆμος
ἐρημοσκόπος
ἐρημοσύνη
ἐρημοτελωνία
ἐρημοφίλης
ἐρημοφύλαξ
ἐρημόω
ἐρήμωσις
ἐρημωτής
ἐρής
ἐρητύω
ἔρι
View word page
ἐρημοσκόπος
one who keeps watch negligently
ShortDef
one who keeps watch negligently
Debugging
Headword:
ἐρημοσκόπος
Headword (normalized):
ἐρημοσκόπος
Headword (normalized/stripped):
ερημοσκοπος
IDX:
35868
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35869
Key:
Data
{'content': 'one who keeps watch negligently'}