Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἐρετριεύς
Ἐρετρικός
ἐρευγματώδης
ἐρευγμός
ἐρεύγομαι
ἐρεύγομαι2
ἐρευθαλέος
ἐρευθέδανον
ἐρευθέω
ἐρευθήεις
ἐρεύθημα
ἐρευθιάω
ἔρευθος
ἐρεύθω
ἐρευκτικός
ἔρευνα
ἐρευνάς
ἐρευνάω
ἐρευνητέον
ἐρευνητέος
ἐρευνητής
View word page
ἐρεύθημα
redness

ShortDef

redness

Debugging

Headword:
ἐρεύθημα
Headword (normalized):
ἐρεύθημα
Headword (normalized/stripped):
ερευθημα
IDX:
35831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35832
Key:

Data

{'content': 'redness'}