Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐρετμός
ἐρετμόω
Ἐρέτρια
Ἐρετριάς
Ἐρετριεύς
Ἐρετρικός
ἐρευγματώδης
ἐρευγμός
ἐρεύγομαι
ἐρεύγομαι2
ἐρευθαλέος
ἐρευθέδανον
ἐρευθέω
ἐρευθήεις
ἐρεύθημα
ἐρευθιάω
ἔρευθος
ἐρεύθω
ἐρευκτικός
ἔρευνα
ἐρευνάς
View word page
ἐρευθαλέος
ruddy

ShortDef

ruddy

Debugging

Headword:
ἐρευθαλέος
Headword (normalized):
ἐρευθαλέος
Headword (normalized/stripped):
ερευθαλεος
IDX:
35827
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35828
Key:

Data

{'content': 'ruddy'}