Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐρέκτης
ἐρεμνός
ἐρεόξυλον
ἐρεοπώλης
ἐρεοῦς
ἐρέπτομαι
ἐρέπτω
Ἐρέσιος
Ἔρεσος
ἐρέσσω
ἐρεσχελία
ἐρεσχηλέω
ἐρέτης
ἐρετικός
ἐρετμόν
ἐρετμός
ἐρετμόω
Ἐρέτρια
Ἐρετριάς
Ἐρετριεύς
Ἐρετρικός
View word page
ἐρεσχελία
nonsense
ShortDef
nonsense
Debugging
Headword:
ἐρεσχελία
Headword (normalized):
ἐρεσχελία
Headword (normalized/stripped):
ερεσχελια
IDX:
35812
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35813
Key:
Data
{'content': 'nonsense'}