Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἄλευστος
ἀλεύω
ἀλέω
ἀλέω2
ἀλεωρή
ἄλη
ἁλή
ἁληγός
ἀληθάργητος
ἀλήθεια
ἀληθείη
ἀλήθευσις
ἀληθευτής
ἀληθευτικός
ἀληθεύω
ἀληθής
ἀληθίζω
ἀληθινολογέω
ἀληθινολογία
ἀληθινόπινος
ἀληθινοπόρφυρος
View word page
ἀληθείη
[truth > ἀλήθεια]

ShortDef

[truth > ἀλήθεια]

Debugging

Headword:
ἀληθείη
Headword (normalized):
ἀληθείη
Headword (normalized/stripped):
αληθειη
IDX:
3579
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3580
Key:

Data

{'content': '[truth > ἀλήθεια]'}