Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐρέγμινος
ἐρεείνω
Ἐρεθειμιάζω
ἐρεθίζω
ἐρεθίμια
Ἐρεθίμιος
ἐρέθισμα
ἐρεθισμός
ἐρεθιστέον
ἐρεθιστής
ἐρεθιστικός
ἐρεθιστός
ἐρέθω
ἐρείδω
ἐρεικαῖον
ἐρείκη
ἐρεικηρόν
ἐρείκινος
ἐρείκιον
ἐρεικίς
ἐρεικίτας
View word page
ἐρεθιστικός
of or for irritation, provocative (of)
ShortDef
of or for irritation, provocative (of)
Debugging
Headword:
ἐρεθιστικός
Headword (normalized):
ἐρεθιστικός
Headword (normalized/stripped):
ερεθιστικος
IDX:
35773
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35774
Key:
Data
{'content': 'of or for irritation, provocative (of)'}