Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄλευρον2
ἀλευροποιέω
ἀλευρόττησις
ἀλευρώδης
ἄλευστος
ἀλεύω
ἀλέω
ἀλέω2
ἀλεωρή
ἄλη
ἁλή
ἁληγός
ἀληθάργητος
ἀλήθεια
ἀληθείη
ἀλήθευσις
ἀληθευτής
ἀληθευτικός
ἀληθεύω
ἀληθής
ἀληθίζω
View word page
ἁλή
salt-works
ShortDef
salt-works
Debugging
Headword:
ἁλή
Headword (normalized):
ἁλή
Headword (normalized/stripped):
αλη
IDX:
3575
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3576
Key:
Data
{'content': 'salt-works'}