Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐργοτεχνίτης
ἐργοφόρος
ἐργόχειρον
ἔργω
ἔργω2
ἐργώδης
ἐργωνέω
ἐργώνης
ἐργωνία
ἔρδω
ἐρέα
ἐρεβεννός
ἐρεβίνθειος
ἐρεβινθιαῖος
ἐρεβινθοπώλης
ἐρέβινθος
ἐρεβινθοφόρος
ἐρεβινθώδης
ἐρεβοδιφάω
ἐρεβόθεν
ἔρεβος
View word page
ἐρέα
wool
ShortDef
wool
Debugging
Headword:
ἐρέα
Headword (normalized):
ἐρέα
Headword (normalized/stripped):
ερεα
IDX:
35746
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35747
Key:
Data
{'content': 'wool'}