Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐργατικός
ἐργατίνης
ἐργάτις
ἐργατοκυλίνδριος
ἐργατῶνες
ἐργεπείκτης
ἐργεπιστασία
ἐργεπιστατέω
ἐργεπιστάτης
ἔργμα
ἕργμα
ἑργνύω
ἐργοδιωκτέω
ἐργοδιώκτης
ἐργοδοσία
ἐργοδοτέω
ἐργοδότης
ἐργολάβεια
ἐργολαβέω
ἐργολαβία
ἐργολάβος
View word page
ἕργμα
fence, guard

ShortDef

fence, guard

Debugging

Headword:
ἕργμα
Headword (normalized):
ἕργμα
Headword (normalized/stripped):
εργμα
IDX:
35719
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35720
Key:

Data

{'content': 'fence, guard'}