Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐρατεινός
ἐρατίζω
ἐρατογλέφαρος
ἐρατός
Ἐρατοσθένης
ἐρατόστομος
ἐρατόχροος
Ἐρατώ
ἐρατώνυμος
ἐρατῶπις
ἐραυνητικόν
ἐραχάται
ἐράω
ἐράω2
ἐργάζομαι
ἐργαθεῖν
ἔργαθεν
ἐργαλεῖον
ἐργαλοθήκη
ἐργάνη
ἐργασείω
View word page
ἐραυνητικόν
examination-dues

ShortDef

examination-dues

Debugging

Headword:
ἐραυνητικόν
Headword (normalized):
ἐραυνητικόν
Headword (normalized/stripped):
εραυνητικον
IDX:
35681
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35682
Key:

Data

{'content': 'examination-dues'}