Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐραστεύω
ἐραστής
ἐραστικός
ἐραστός
ἐράστρια
ἐραστριάω
ἐρατεινός
ἐρατίζω
ἐρατογλέφαρος
ἐρατός
Ἐρατοσθένης
ἐρατόστομος
ἐρατόχροος
Ἐρατώ
ἐρατώνυμος
ἐρατῶπις
ἐραυνητικόν
ἐραχάται
ἐράω
ἐράω2
ἐργάζομαι
View word page
Ἐρατοσθένης
Eratosthenes

ShortDef

Eratosthenes

Debugging

Headword:
Ἐρατοσθένης
Headword (normalized):
ἐρατοσθένης
Headword (normalized/stripped):
ερατοσθενης
IDX:
35675
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35676
Key:

Data

{'content': 'Eratosthenes'}