Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπωρύω
ἔπωσις
ἐπωτειλόομαι
ἐπωτίδες
ἐπωφέλεια
ἐπωφελέω
ἐπωφέλημα
ἐπωφελής
ἐπωφελία
ἐπώχατο
ἐπῴχατο
ἔπωχρος
ἔρα
ἔραζε
ἔραμαι
ἐρανάρχης
ἐρανέμπολος
ἐρανίζω
ἐρανικός
ἐράνισις
ἐρανιστής
View word page
ἐπῴχατο
were shut to
ShortDef
were shut to
Debugging
Headword:
ἐπῴχατο
Headword (normalized):
ἐπῴχατο
Headword (normalized/stripped):
επωχατο
IDX:
35644
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35645
Key:
Data
{'content': 'were shut to'}