Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπωροφία
ἐπωρύω
ἔπωσις
ἐπωτειλόομαι
ἐπωτίδες
ἐπωφέλεια
ἐπωφελέω
ἐπωφέλημα
ἐπωφελής
ἐπωφελία
ἐπώχατο
ἐπῴχατο
ἔπωχρος
ἔρα
ἔραζε
ἔραμαι
ἐρανάρχης
ἐρανέμπολος
ἐρανίζω
ἐρανικός
ἐράνισις
View word page
ἐπώχατο
were kept shut

ShortDef

were kept shut

Debugging

Headword:
ἐπώχατο
Headword (normalized):
ἐπώχατο
Headword (normalized/stripped):
επωχατο
IDX:
35643
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35644
Key:

Data

{'content': 'were kept shut'}