Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπωπεύς
ἐπωπή
ἑπωπίς
ἐπωπίς
ἐπωρεύει
ἐπωροφία
ἐπωρύω
ἔπωσις
ἐπωτειλόομαι
ἐπωτίδες
ἐπωφέλεια
ἐπωφελέω
ἐπωφέλημα
ἐπωφελής
ἐπωφελία
ἐπώχατο
ἐπῴχατο
ἔπωχρος
ἔρα
ἔραζε
ἔραμαι
View word page
ἐπωφέλεια
help, advantage
ShortDef
help, advantage
Debugging
Headword:
ἐπωφέλεια
Headword (normalized):
ἐπωφέλεια
Headword (normalized/stripped):
επωφελεια
IDX:
35638
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35639
Key:
Data
{'content': 'help, advantage'}