Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπωθέω
ἐπωκής
ἐπωκύνω
ἐπώλεθρος
ἐπωλένιος
ἐπωμάδιος
ἐπωμαδόν
ἐπωμίδιος
ἐπωμίζομαι
ἐπωμίς
ἐπώμοσις
ἐπωμότης
ἐπωμοτικόν
ἐπώμοτος
ἐπώνια
ἐπωνυμία
ἐπωνύμιος
ἐπώνυμος
ἐπωπάω
Ἐπωπεύς
ἐπωπεύς
View word page
ἐπώμοσις
swearing to
ShortDef
swearing to
Debugging
Headword:
ἐπώμοσις
Headword (normalized):
ἐπώμοσις
Headword (normalized/stripped):
επωμοσις
IDX:
35618
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35619
Key:
Data
{'content': 'swearing to'}