Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπῳάδιος
ἐπῳάζω
ἐπῴασις
ἐπῳαστικός
ἐπωβελία
ἐπῳδή
ἐπώδης
ἐπῳδικός
ἐπωδίνω
ἐπῳδός
ἐπωδυνία
ἐπώδυνος
ἐπῴζω
ἐπωθέω
ἐπωκής
ἐπωκύνω
ἐπώλεθρος
ἐπωλένιος
ἐπωμάδιος
ἐπωμαδόν
ἐπωμίδιος
View word page
ἐπωδυνία
pain, anguish

ShortDef

pain, anguish

Debugging

Headword:
ἐπωδυνία
Headword (normalized):
ἐπωδυνία
Headword (normalized/stripped):
επωδυνια
IDX:
35605
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35606
Key:

Data

{'content': 'pain, anguish'}