Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἑπτετηρίς
ἑπτέτης
ἑπτῆμαρ
ἑπτήμερος
ἑπτήρης
ἑπτορόγυιος
ἕπτυσχλος
ἑπτώροφος
Ἐπύαξα
ἐπύλλιον
ἔπω
ἕπω
ἐπῳάδιος
ἐπῳάζω
ἐπῴασις
ἐπῳαστικός
ἐπωβελία
ἐπῳδή
ἐπώδης
ἐπῳδικός
ἐπωδίνω
View word page
ἔπω
[to say]

ShortDef

[to say]

Debugging

Headword:
ἔπω
Headword (normalized):
ἔπω
Headword (normalized/stripped):
επω
IDX:
35593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35594
Key:

Data

{'content': '[to say]'}