Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐποφείλω
ἐποφθαλμιάω
ἐποφλισκάνω
ἐποχέομαι
ἐποχετεία
ἐποχετεύω
ἐποχεύς
ἐποχεύω
ἐποχή
ἐποχθίδιος
ἐποχθίζω
ἐποχλεύς
ἐποχλίζομαι
ἔποχον
ἔποχος
ἔποψ
ἐποψάομαι
ἐπόψημα
ἐπόψησις
ἐποψία
ἐποψίδιος
View word page
ἐποχθίζω
groan
ShortDef
groan
Debugging
Headword:
ἐποχθίζω
Headword (normalized):
ἐποχθίζω
Headword (normalized/stripped):
εποχθιζω
IDX:
35466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35467
Key:
Data
{'content': 'groan'}