Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπόρυξις
ἐπορύττω
ἐπορχέομαι
ἔπος
ἐποστρακίζω
ἐπόσχιον
ἐποτοτύζω
ἐποτρύνω
ἐπουδαῖος
ἐπουλίς
ἔπουλος
ἐπουλόω
ἐπούλωσις
ἐπουλωτικός
ἐπουραῖος
ἐπουράνιος
ἐπουρέω
ἐπουριάζω
ἐπουρίζω
ἔπουρος
ἐπουρόω
View word page
ἔπουλος
frilled, puckered

ShortDef

frilled, puckered

Debugging

Headword:
ἔπουλος
Headword (normalized):
ἔπουλος
Headword (normalized/stripped):
επουλος
IDX:
35441
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35442
Key:

Data

{'content': 'frilled, puckered'}