Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐποποιία
ἐποποιικός
ἐποποιός
ἐπόπτας
ἐποπτάω
ἐποπτεία
ἐποπτεύω
ἐποπτήρ
ἐπόπτης
ἐποπτικός
ἐποπτόρεκτος
ἔποπτος
ἐποργιάζω
ἐποργίζομαι
ἐπορέγω
ἐπορθιάζω
ἐπορθοβοάω
ἐπορθρεύω
ἐπορθρισμός
ἐπορίνω
ἐπόρνυμι
View word page
ἐποπτόρεκτος
eager

ShortDef

eager

Debugging

Headword:
ἐποπτόρεκτος
Headword (normalized):
ἐποπτόρεκτος
Headword (normalized/stripped):
εποπτορεκτος
IDX:
35418
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35419
Key:

Data

{'content': 'eager'}