Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπολολύζω
ἐπολοφύρομαι
ἕπομαι
ἐπομβρέω
ἐπόμβρησις
ἐπομβρία
ἐπομβρίζω
ἔπομβρος
ἑπομένως
ἐπόμμασις
ἐπόμνυμι
ἐπομφάλιος
ἐπονειδίζω
ἐπονείδιστος
ἐπόνησις
ἐπονομάζω
ἐπονομαστέον
ἐποξίζω
ἐποξύνω
ἔποξυς
ἐποπάζω
View word page
ἐπόμνυμι
to swear after, swear accordingly
ShortDef
to swear after, swear accordingly
Debugging
Headword:
ἐπόμνυμι
Headword (normalized):
ἐπόμνυμι
Headword (normalized/stripped):
επομνυμι
IDX:
35394
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35395
Key:
Data
{'content': 'to swear after, swear accordingly'}