Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐποίχομαι
ἐποιωνίζομαι
ἐποκέλλω
ἐποκλάζω
ἐποκριάω
ἐποκριόεις
ἐποκταμερής
ἐποκτωκαιδέκατος
ἐπολβίζω
ἔπολβος
ἐπολισθάνω
ἐπολολύζω
ἐπολοφύρομαι
ἕπομαι
ἐπομβρέω
ἐπόμβρησις
ἐπομβρία
ἐπομβρίζω
ἔπομβρος
ἑπομένως
ἐπόμμασις
View word page
ἐπολισθάνω
to slip
ShortDef
to slip
Debugging
Headword:
ἐπολισθάνω
Headword (normalized):
ἐπολισθάνω
Headword (normalized/stripped):
επολισθανω
IDX:
35383
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35384
Key:
Data
{'content': 'to slip'}