Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἔποικτος
ἐποιμώζω
ἐποίνιος
ἐποιστέον
ἐποιστικός
ἐποιχνέω
ἐποίχομαι
ἐποιωνίζομαι
ἐποκέλλω
ἐποκλάζω
ἐποκριάω
ἐποκριόεις
ἐποκταμερής
ἐποκτωκαιδέκατος
ἐπολβίζω
ἔπολβος
ἐπολισθάνω
ἐπολολύζω
ἐπολοφύρομαι
ἕπομαι
ἐπομβρέω
View word page
ἐποκριάω
to be rough in

ShortDef

to be rough in

Debugging

Headword:
ἐποκριάω
Headword (normalized):
ἐποκριάω
Headword (normalized/stripped):
εποκριαω
IDX:
35377
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35378
Key:

Data

{'content': 'to be rough in'}