Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπόγμιος
ἐποδύρομαι
ἐπόζω
ἐποιδαίνω
ἐποιδαλέος
ἐποίδησις
ἐποίζω
ἐποικέω
ἐποικίδιος
ἐποικίζω
ἐποίκιον
ἐποίκισις
ἐποικισμός
ἐποικοδομέω
ἐποικοδομή
ἐποικοδόμησις
ἐποικονομέομαι
ἐποικονομητέον
ἐποικονομία
ἔποικος
ἐποικτείρω
View word page
ἐποίκιον
outhouse, farmstead

ShortDef

outhouse, farmstead

Debugging

Headword:
ἐποίκιον
Headword (normalized):
ἐποίκιον
Headword (normalized/stripped):
εποικιον
IDX:
35354
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35355
Key:

Data

{'content': 'outhouse, farmstead'}