Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιψηφιστής
ἐπιψιθυρίζω
ἐπίψογος
ἐπιψοφέω
ἐπίψυξις
ἐπιψύχω
ἐπιωγαί
ἐπόγδοος
ἔπογκος
ἐπογκόω
ἐπογμεύω
ἐπόγμιος
ἐποδύρομαι
ἐπόζω
ἐποιδαίνω
ἐποιδαλέος
ἐποίδησις
ἐποίζω
ἐποικέω
ἐποικίδιος
ἐποικίζω
View word page
ἐπογμεύω
trace a furrow

ShortDef

trace a furrow

Debugging

Headword:
ἐπογμεύω
Headword (normalized):
ἐπογμεύω
Headword (normalized/stripped):
επογμευω
IDX:
35343
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35344
Key:

Data

{'content': 'trace a furrow'}