Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιχηρεύω
ἐπιχθόνιος
ἐπιχλευάζω
ἐπιχλιαίνω
ἐπίχλοος
ἐπιχνοάω
ἐπίχνοος
ἐπιχοάζω
ἐπιχοή
ἐπιχολόομαι
ἐπίχολος
ἐπιχορεύω
ἐπιχορηγέω
ἐπιχορήγημα
ἐπιχορηγητέον
ἐπιχορηγία
ἐπιχορτάζω
ἐπιχραίνω
ἐπιχράομαι
ἐπίχρασις
ἐπιχράω
View word page
ἐπίχολος
producing bile
ShortDef
producing bile
Debugging
Headword:
ἐπίχολος
Headword (normalized):
ἐπίχολος
Headword (normalized/stripped):
επιχολος
IDX:
35263
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35264
Key:
Data
{'content': 'producing bile'}