Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἁλέλαιον
ἀλεξαίθριος
Ἀλεξάνδρεια
Ἀλεξανδρίζω
Ἀλεξανδρινός
Ἀλεξανδριστής
Ἀλεξανδροκόλαξ
Ἀλέξανδρος
ἀλέξανδρος
Ἀλεξανδρώδης
ἀλεξανέμας
ἀλεξάνεμος
ἀλέξημα
ἀλεξήνωρ
ἀλέξησις
ἀλεξητήρ
ἀλεξητήριος
ἀλεξητής
ἀλεξητικός
ἀλεξήτωρ
ἀλεξιάρη
View word page
ἀλεξανέμας
averting wind
ShortDef
averting wind
Debugging
Headword:
ἀλεξανέμας
Headword (normalized):
ἀλεξανέμας
Headword (normalized/stripped):
αλεξανεμας
IDX:
3514
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3515
Key:
Data
{'content': 'averting wind'}