Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

Ἀλεκτρυών
ἀλέκτωρ
Ἀλέκτωρ
ἀλέκτωρ2
ἀλέκω
ἁλέλαιον
ἀλεξαίθριος
Ἀλεξάνδρεια
Ἀλεξανδρίζω
Ἀλεξανδρινός
Ἀλεξανδριστής
Ἀλεξανδροκόλαξ
Ἀλέξανδρος
ἀλέξανδρος
Ἀλεξανδρώδης
ἀλεξανέμας
ἀλεξάνεμος
ἀλέξημα
ἀλεξήνωρ
ἀλέξησις
ἀλεξητήρ
View word page
Ἀλεξανδριστής
a partisan of Alexander

ShortDef

a partisan of Alexander

Debugging

Headword:
Ἀλεξανδριστής
Headword (normalized):
ἀλεξανδριστής
Headword (normalized/stripped):
αλεξανδριστης
IDX:
3509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3510
Key:

Data

{'content': 'a partisan of Alexander'}