Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιτολμητός
ἐπιτομή
ἐπιτομικός
ἐπίτομος
ἐπιτόναιον
ἐπιτόνιον
ἐπίτονος
ἐπιτονόω
ἐπιτοξάζομαι
ἐπιτοξεύω
ἐπιτοξίς
ἐπιτόπιος
ἐπίτοπος
ἐπιτόπως
ἐπιτόσσαι
ἐπιτραγηματίζω
ἐπιτραγίας
ἐπίτραγοι
ἐπιτραγῳδέω
ἐπιτραπέζιος
ἐπιτραπέζωμα
View word page
ἐπιτοξίς
groove

ShortDef

groove

Debugging

Headword:
ἐπιτοξίς
Headword (normalized):
ἐπιτοξίς
Headword (normalized/stripped):
επιτοξις
IDX:
35033
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35034
Key:

Data

{'content': 'groove'}