Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιτμητέον
ἐπιτοκία
ἐπιτοκίζω
ἐπίτοκος
ἐπιτολή
ἐπιτολμάω
ἐπιτολμητέον
ἐπιτολμητός
ἐπιτομή
ἐπιτομικός
ἐπίτομος
ἐπιτόναιον
ἐπιτόνιον
ἐπίτονος
ἐπιτονόω
ἐπιτοξάζομαι
ἐπιτοξεύω
ἐπιτοξίς
ἐπιτόπιος
ἐπίτοπος
ἐπιτόπως
View word page
ἐπίτομος
cut off

ShortDef

cut off

Debugging

Headword:
ἐπίτομος
Headword (normalized):
ἐπίτομος
Headword (normalized/stripped):
επιτομος
IDX:
35026
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35027
Key:

Data

{'content': 'cut off'}