Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιτλῆναι
ἐπιτμητέον
ἐπιτοκία
ἐπιτοκίζω
ἐπίτοκος
ἐπιτολή
ἐπιτολμάω
ἐπιτολμητέον
ἐπιτολμητός
ἐπιτομή
ἐπιτομικός
ἐπίτομος
ἐπιτόναιον
ἐπιτόνιον
ἐπίτονος
ἐπιτονόω
ἐπιτοξάζομαι
ἐπιτοξεύω
ἐπιτοξίς
ἐπιτόπιος
ἐπίτοπος
View word page
ἐπιτομικός
compendious
ShortDef
compendious
Debugging
Headword:
ἐπιτομικός
Headword (normalized):
ἐπιτομικός
Headword (normalized/stripped):
επιτομικος
IDX:
35025
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35026
Key:
Data
{'content': 'compendious'}