Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιτιμία
ἐπιτίμιον
ἐπιτίμιος
ἐπίτιμος
ἐπιτίνω
ἐπιτίτθιος
ἐπιτιτράω
ἐπιτιτρώσκω
ἐπιτλῆναι
ἐπιτμητέον
ἐπιτοκία
ἐπιτοκίζω
ἐπίτοκος
ἐπιτολή
ἐπιτολμάω
ἐπιτολμητέον
ἐπιτολμητός
ἐπιτομή
ἐπιτομικός
ἐπίτομος
ἐπιτόναιον
View word page
ἐπιτοκία
compound interest
ShortDef
compound interest
Debugging
Headword:
ἐπιτοκία
Headword (normalized):
ἐπιτοκία
Headword (normalized/stripped):
επιτοκια
IDX:
35017
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-35018
Key:
Data
{'content': 'compound interest'}