Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιτεύχω
ἐπιτεχνάζω
ἐπιτεχνάομαι
ἐπιτέχνημα
ἐπιτέχνησις
ἐπιτεχνητός
ἐπιτεχνολογέω
ἐπιτηγανίζω
ἐπιτηδειόομαι
ἐπιτήδειος
ἐπιτηδειότης
ἐπιτηδές
ἐπιτήδευμα
ἐπιτηδευματικῶς
ἐπιτήδευσις
ἐπιτηδευτέον
ἐπιτηδευτής
ἐπιτηδευτικός
ἐπιτηδευτός
ἐπιτηδεύω
ἐπιτήθη
View word page
ἐπιτηδειότης
fitness, suitableness

ShortDef

fitness, suitableness

Debugging

Headword:
ἐπιτηδειότης
Headword (normalized):
ἐπιτηδειότης
Headword (normalized/stripped):
επιτηδειοτης
IDX:
34975
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34976
Key:

Data

{'content': 'fitness, suitableness'}