Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιτεσσερασκαιδεκάτους
ἐπιτεταμένως
ἐπιτέταρτος
ἐπιτετευγμένως
ἐπιτετηδευμένως
ἐπιτετμημένως
ἐπιτετραέβδομος
ἐπιτετραμερής
ἐπίτευγμα
ἐπιτευκτικός
ἐπίτευξις
ἐπιτεύχω
ἐπιτεχνάζω
ἐπιτεχνάομαι
ἐπιτέχνημα
ἐπιτέχνησις
ἐπιτεχνητός
ἐπιτεχνολογέω
ἐπιτηγανίζω
ἐπιτηδειόομαι
ἐπιτήδειος
View word page
ἐπίτευξις
hitting the mark, attainment
ShortDef
hitting the mark, attainment
Debugging
Headword:
ἐπίτευξις
Headword (normalized):
ἐπίτευξις
Headword (normalized/stripped):
επιτευξις
IDX:
34964
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34965
Key:
Data
{'content': 'hitting the mark, attainment'}