Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπίτεξ
ἐπιτέον
ἐπιτερατεύομαι
ἐπιτέρμιος
ἐπίτερμος
ἐπιτερπής
ἐπιτέρπομαι
ἐπιτεσσαρακοστόπεμπτος
ἐπιτεσσαρεσκαιδέκατος
ἐπιτεσσερασκαιδεκάτους
ἐπιτεταμένως
ἐπιτέταρτος
ἐπιτετευγμένως
ἐπιτετηδευμένως
ἐπιτετμημένως
ἐπιτετραέβδομος
ἐπιτετραμερής
ἐπίτευγμα
ἐπιτευκτικός
ἐπίτευξις
ἐπιτεύχω
View word page
ἐπιτεταμένως
intensely
ShortDef
intensely
Debugging
Headword:
ἐπιτεταμένως
Headword (normalized):
ἐπιτεταμένως
Headword (normalized/stripped):
επιτεταμενως
IDX:
34955
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34956
Key:
Data
{'content': 'intensely'}