Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιτείχισμα
ἐπιτειχισμός
ἐπίτειχος
ἐπιτεκμαίρομαι
ἐπίτεκνος
ἐπιτεκνόω
ἐπιτεκταίνομαι
ἐπιτέλεια
ἐπιτέλειος
ἐπιτελειόω
ἐπιτελείωσις
ἐπιτέλεσις
ἐπιτέλεσμα
ἐπιτελεστέον
ἐπιτελεστής
ἐπιτελεστικός
ἐπιτελευτή
ἐπιτελέω
ἐπιτελέωμα
ἐπιτελής
ἐπιτέλλω
View word page
ἐπιτελείωσις
accomplishment, completion

ShortDef

accomplishment, completion

Debugging

Headword:
ἐπιτελείωσις
Headword (normalized):
ἐπιτελείωσις
Headword (normalized/stripped):
επιτελειωσις
IDX:
34931
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34932
Key:

Data

{'content': 'accomplishment, completion'}