Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιταδεοτρώκτας
ἐπιταινίδιος
ἐπιτακτέον
ἐπιτακτήρ
ἐπιτάκτης
ἐπιτακτικός
ἐπίτακτος
ἐπιταλαιπωρέω
ἐπιταλάριος
Ἐπιτάλιον
ἐπίταμα
ἐπιτανύω
ἐπιτάξ
ἐπίταξις
ἐπιτάραξις
ἐπιταράσσω
ἐπιτάραχος
ἐπιτάρροθος
ἐπίτασις
ἐπιτάσσω
ἐπιτατικός
View word page
ἐπίταμα
extension
ShortDef
extension
Debugging
Headword:
ἐπίταμα
Headword (normalized):
ἐπίταμα
Headword (normalized/stripped):
επιταμα
IDX:
34898
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34899
Key:
Data
{'content': 'extension'}