Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπισχετέον
ἐπισχετικός
ἐπισχετλιάζω
ἐπισχηματίζω
ἐπισχίζω
ἐπίσχισμα
ἐπισχύω
ἐπίσχω
ἐπισωματόομαι
ἐπισωμάτωσις
ἐπίσωμος
ἐπισωρεία
ἐπισώρευμα
ἐπισωρεύω
ἐπίσωτρον
ἐπιταγή
ἐπιταγίδιον
ἐπίταγμα
ἐπιταγματικός
ἐπιταδεοτρώκτας
ἐπιταινίδιος
View word page
ἐπίσωμος
bulky, fat

ShortDef

bulky, fat

Debugging

Headword:
ἐπίσωμος
Headword (normalized):
ἐπίσωμος
Headword (normalized/stripped):
επισωμος
IDX:
34879
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34880
Key:

Data

{'content': 'bulky, fat'}