Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄλεισον
ἀλείτης
ἀλειτουργησία
ἀλειτούργητος
ἄλειφαρ
ἀλειφάς
ἀλειφατίτης
ἀλειφόβιος
ἀλείφω
ἄλειψις
ἀλείωτος
ἀλεκτόρειος
ἀλεκτοριδεύς
ἀλεκτόριον
ἀλεκτορίς
ἀλεκτορίσκος
ἀλεκτοροφωνία
ἄλεκτος
ἄλεκτρος
ἀλεκτρύαινα
ἀλεκτρυόνειος
View word page
ἀλείωτος
not ground
ShortDef
not ground
Debugging
Headword:
ἀλείωτος
Headword (normalized):
ἀλείωτος
Headword (normalized/stripped):
αλειωτος
IDX:
3483
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3484
Key:
Data
{'content': 'not ground'}