Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιστορέννυμι
ἐπιστόρνυμι
ἐπιστρατεία
ἐπιστράτευσις
ἐπιστρατεύω
ἐπιστρατηγέω
ἐπιστρατηγία
ἐπιστράτηγος
ἐπιστρατοπεδεία
ἐπιστρατοπεδεύω
ἐπίστρεμμα
ἐπιστρεπτέον
ἐπιστρεπτικός
ἐπίστρεπτος
ἐπιστρέφεια
ἐπιστρεφής
ἐπιστρέφω
ἐπίστρεψις
ἐπιστρογγύλλομαι
ἐπιστρόγγυλος
ἐπιστροφάδην
View word page
ἐπίστρεμμα
turn
ShortDef
turn
Debugging
Headword:
ἐπίστρεμμα
Headword (normalized):
ἐπίστρεμμα
Headword (normalized/stripped):
επιστρεμμα
IDX:
34749
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34750
Key:
Data
{'content': 'turn'}