Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιστήμων
ἐπιστήριγμα
ἐπιστηρίζω
ἐπιστής
ἐπιστητέον
ἐπιστητός
ἐπιστιγμή
ἐπιστίζω
ἐπιστίλβω
ἐπίστιον
ἐπίστιχος
ἐπιστοβέω
ἐπιστοιβάζω
ἐπιστοίβασις
ἐπιστοιχειόω
ἐπιστολαγράφος
ἐπιστολάδην
ἐπιστολεύς
ἐπιστολή
ἐπιστοληφόρος
ἐπιστολιαφόρος
View word page
ἐπίστιχος
in a row
ShortDef
in a row
Debugging
Headword:
ἐπίστιχος
Headword (normalized):
ἐπίστιχος
Headword (normalized/stripped):
επιστιχος
IDX:
34717
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34718
Key:
Data
{'content': 'in a row'}