Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀλεής
ἁλεία
ἀλεία
ἀλείαντος
ἄλειας
ἀλείατα
ἄλειμμα
ἀλειμμάτιον
ἀλειμματώδης
Ἀλεῖος
ἀλειπτέον
ἀλειπτήριον
ἀλείπτης
ἀλειπτικός
ἀλειπτός
ἄλειπτος
Ἀλείσιον
ἄλεισον
ἀλείτης
ἀλειτουργησία
ἀλειτούργητος
View word page
ἀλειπτέον
one must anoint

ShortDef

one must anoint

Debugging

Headword:
ἀλειπτέον
Headword (normalized):
ἀλειπτέον
Headword (normalized/stripped):
αλειπτεον
IDX:
3466
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-3467
Key:

Data

{'content': 'one must anoint'}