Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπισκέπτης
ἐπισκεπτικός
ἐπισκέπτομαι
ἐπίσκεπτος
ἐπισκέπω
ἐπισκευάζω
ἐπισκευάσιμος
ἐπισκευαστής
ἐπισκευαστικός
ἐπισκευαστός
ἐπισκευή
ἐπίσκεψις
ἐπισκήνιος
ἐπίσκηνος
ἐπισκηνόω
ἐπισκήπτω
ἐπίσκηψις
ἐπισκιάζω
ἐπισκίασμα
ἐπισκιασμός
ἐπίσκιος
View word page
ἐπισκευή
repair, restoration

ShortDef

repair, restoration

Debugging

Headword:
ἐπισκευή
Headword (normalized):
ἐπισκευή
Headword (normalized/stripped):
επισκευη
IDX:
34569
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34570
Key:

Data

{'content': 'repair, restoration'}