Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἐπιπωματίζω
ἐπιπωματικός
ἐπιπωμάτισις
ἐπιπωρόομαι
ἐπιπώρωμα
ἐπιπώρωσις
ἐπιρραβδίζω
ἐπιρραβδοφορέω
ἐπιρρᾳθυμέω
ἐπιρραίνω
ἐπιρρακτός
ἐπίρραμμα
ἐπιρραπίζω
ἐπιρράπιξις
ἐπιρράπτω
ἐπιρράσσω
ἐπιρραψῳδέω
ἐπιρρέζω
ἐπιρρεμβῶς
ἐπιρρεπής
ἐπιρρέπω
View word page
ἐπιρρακτός
dashed on
ShortDef
dashed on
Debugging
Headword:
ἐπιρρακτός
Headword (normalized):
ἐπιρρακτός
Headword (normalized/stripped):
επιρρακτος
IDX:
34438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34439
Key:
Data
{'content': 'dashed on'}