Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιπροϊάλλω
ἐπιπροιάλλω
ἐπιπροΐημι
ἐπίπροικος
ἐπιπρόκειμαι
ἐπιπρομολεῖν
ἐπιπρονεύω
ἐπιπροπίπτω
ἐπιπροσβάλλω
ἐπιπροσγίγνομαι
ἐπιπρόσειμι
ἐπίπροσθεν
ἐπιπρόσθεσις
ἐπιπροσθετέω
ἐπιπροσθέτησις
ἐπιπροσθέω
ἐπιπρόσθησις
ἐπιπροσπλέω
ἐπιπροστίθημι
ἐπιπρόσω
ἐπιπρόσωπος
View word page
ἐπιπρόσειμι
to be present as well

ShortDef

to be present as well

Debugging

Headword:
ἐπιπρόσειμι
Headword (normalized):
ἐπιπρόσειμι
Headword (normalized/stripped):
επιπροσειμι
IDX:
34384
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34385
Key:

Data

{'content': 'to be present as well'}