Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιπρείγιστος
ἐπιπρέπεια
ἐπιπρεπής
ἐπιπρέπω
ἐπιπρεσβεύομαι
ἐπιπρηνής
ἐπιπρηΰνω
ἐπιπρίω
ἐπιπρό
ἐπιπροβαίνω
ἐπιπροβάλλω
ἐπιπροέχομαι
ἐπιπροθέω
ἐπιπροϊάλλω
ἐπιπροιάλλω
ἐπιπροΐημι
ἐπίπροικος
ἐπιπρόκειμαι
ἐπιπρομολεῖν
ἐπιπρονεύω
ἐπιπροπίπτω
View word page
ἐπιπροβάλλω
to throw forward

ShortDef

to throw forward

Debugging

Headword:
ἐπιπροβάλλω
Headword (normalized):
ἐπιπροβάλλω
Headword (normalized/stripped):
επιπροβαλλω
IDX:
34371
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34372
Key:

Data

{'content': 'to throw forward'}