Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἐπιπορθμεύομαι
ἐπιπορπάομαι
ἐπιπόρπημα
ἐπιπόρρω
ἐπιπορσαίνω
ἐπιπορφυρίζω
ἐπιπόρφυρος
ἐπιποτάμιος
ἐπιποταμίς
ἐπιποτάομαι
ἐπιποτίζω
ἐπιποτισμός
ἐπιπράττομαι
ἐπιπρείγιστος
ἐπιπρέπεια
ἐπιπρεπής
ἐπιπρέπω
ἐπιπρεσβεύομαι
ἐπιπρηνής
ἐπιπρηΰνω
ἐπιπρίω
View word page
ἐπιποτίζω
water

ShortDef

water

Debugging

Headword:
ἐπιποτίζω
Headword (normalized):
ἐπιποτίζω
Headword (normalized/stripped):
επιποτιζω
IDX:
34358
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-34359
Key:

Data

{'content': 'water'}